Παίζει ρόλο η φυσική κατάσταση στις επιδόσεις, σε μία κατηγορία όπως η Moto3;

Ξέρετε ποια είναι η διαφορά του χρόνου ανάμεσα στον πρώτο και τον τελευταίο στη Moto3; Περίπου 50 δευτερόλεπτα. Πρέπει να υπάρχει μια εξήγηση γι’ αυτήν την τόσο μεγάλη διαφορά. Είναι μια ερώτηση που έχει απασχολήσει πολλούς και στην οποία έχουν δοθεί μερικές εύκολες απαντήσεις. Σαφώς, υπάρχει διαφορά εξοπλισμού, επιπέδου ικανότητας οδηγού αλλά και ομάδας να στήσει καλά την μοτοσυκλέτα. Υπάρχει όμως κάτι που μπορούμε απευθείας να καθορίσουμε; Ένας παράγοντας τον οποίο θα μπορούσαμε να δούμε καθαρά στα γυρολόγια είναι αυτός της σκληρής δουλειάς. Οι αγώνες μοτοσυκλέτας είναι ένα άθλημα απαιτητικό ως προς τη φυσική κατάσταση (παραδόξως), και η φυσική κατάσταση είναι ένα όπλο που το έχει αποκλειστικά στα χέρια του ο οδηγός. Η τακτική προπόνηση επίσης είναι ένας άλλος παράγοντας που κάνει τη διαφορά.

Μπορεί να μην πρόκειται για τη διαφορά μεταξύ του πρώτου και του τελευταίου αλλά κάλλιστα μπορεί να αφορά τον τερματισμό με βαθμούς ή στην ομάδα των τελευταίων. Εάν η φυσική κατάσταση ήταν ένας σημαντικός παράγοντας θα φαινόταν στα γυρολόγια. Όσο προχωράει ο αγώνας οι λιγότερο γυμνασμένοι οδηγοί θα έπρεπε να πηγαίνουν πιο αργά ενώ οι οδηγοί σε καλή φυσική κατάσταση θα έπρεπε να διατηρούν τον ίδιο ρυθμό. Αυτό θα ήταν περισσότερο σαφές μεταξύ των οδηγών που τερματίζουν στις πρώτες θέσεις και σε αυτούς που τερματίζουν τελευταίοι.

 

Όλο αυτό δεν είναι δική μου ιδέα. Οι οδηγοί μοτοσυκλέτας είναι εμμονικοί με την καλή φυσική κατάσταση και την σκληρή προπόνηση, ενώ κάποιοι προετοιμάζονται πιο έντονα από άλλους. Σε διάφορες συζητήσεις με οδηγούς και επιτελεία ομάδων, ειδικά της Moto2 και Moto3, το θέμα της φυσικής κατάστασης έρχεται στην επιφάνεια εντυπωσιακά συχνά.

 

Οι μάνατζερς και οι μηχανικοί συχνά κριτικάρουν τους οδηγούς τους ότι δεν γυμνάζονται αρκετά. Σαφώς πιστεύουν ότι πρόκεται για ένα σημαντικό παράγοντα. Για να δοκιμάσουμε αυτή την υπόθεση, ότι δηλαδή η φυσική κατάσταση είναι ένας παράγοντας που διακρίνει τους επιτυχημένους από τους μη επιτυχημένους οδηγούς, αποφασίσαμε να αναλύσουμε δεδομένα από τα γυρολόγια. Εστιάσαμε στην κατηγορία Moto3 όπου οι διαφορές στους χρόνους μεταξύ επιτυχημένων και μη επιτυχημένων οδηγών είναι μεγάλες.

 

Ένας καλός οδηγός της Moto3 έχει περισσότερες πιθανότητες να πετύχει στην κατηγορία motoGP από έναν που δεν είναι επιτυχημένος σε αυτή την κατηγορία. Η αποτυχία στη Moto3 συνήθως σημαίνει και το τέλος στην καριέρα ενός οδηγού ως επαγγελματία οδηγού αγώνων.

 

Οι διαφορές θα πρεέπει να είναι περισσότερο ορατές μεταξύ των επιτυχημένων και των λιγότερο επιτυχημένων οδηγών. Για να τεστάρουμε αυτό πήραμε το μέσο όρο των γυρολογίων (χωρίς των πρώτο και τον τελευταίο γύρο) των τριών πρώτων οδηγών και τα συγκρίναμε με τους χρόνους των οδηγών που τερμάτισαν στις 3 τελευταίες θέσεις. *

 

Εάν οι καλύτεροι οδηγοί ήταν οι πιο γυμνασμένοι, τότε το χάσμα μεταξύ των οδηγών του βάθρου και των τελευταίων θα έπρεπε να μεγαλώνει κατά την διάρκεια του αγώνα. Πού καταλήγουμε λοιπόν; Υπάρχει μια σχέση συνάρτησης μεταξύ καλής θέσης τερματισμού και καλής φυσικής κατάστασης αλλά δεν φαίνεται να είναι τόσο μεγάλη. Το χάσμα μεταξύ των γρήγορων οδηγών και των πιο αργών αυξάνεται κατά το δεύτερο μισό του αγώνα.

 

Ενώ η πραγματική διαφορά ανά γύρο φαίνεται να ποικίλει, η τάση είναι αυξητική. Στο πρώτο μισό του αγώνα, οι πιο αργοί οδηγοί είναι κατά μέσο όρο μόνο 1,6 δευτερόλεπτα πιο αργοί στο γύρο από τους πρωτοπόρους. Στο δεύτερο μισό του αγώνα αυτή η διαφορά έχει ανέβει μόλις στα 1,8 δευτερόλεπτα.

 

Ναι, αυτό είναι το θέμα. Η καλύτερη φυσική κατάσταση φαίνεται να βελτιώνει τα αποτελέσματα ενός οδηγού προς το τέλος του αγώνα. Όμως, ακόμα και αν λάβουμε υπόψη μας αυτή τη βελτίωση, το χάσμα είναι ακόμα μεγάλο. Σε ένα μέσο γυρολόγιο 1’50.1 για τις δύο ομάδες που συγκρίνουμε, το πιο αργό γκρουπ είναι κατά μέσο όρο 1.699 δευτερόλεπτα πιο αργοί.

 

Από τα στοιχεία που έχουμε προς ανάλυση, οι διαφορές στη φυσική κατάσταση πολύ πιθανό να ευθύνονται για κάποια δέκατα του δευτερολέπτου σε κάθε γύρο προς το τέλος του αγώνα. Μένουν 50 και παραπάνω δευτερόλεπτα για την πρώτη θέση ή 30 για να μπει κάποιος στους βαθμούς. Από τα δεδομένα που έχουμε όμως δεν φαίνεται από πού προέρχεται  αυτή η βελτίωση.

 

Άξιζε τον κόπο αυτή η ανάλυση; Πολύ λίγο. Φαίνεται πως για τους νέους οδηγούς της Moto3 το να έχουν καλύτερη φυσική κατάσταση μπορεί να προσφέρει ένα μικρό όφελος από τη μέση του αγώνα και μετά. Δεν θα μετατρέψει έναν αργό οδηγό σε πρωταθλητή αλλά μπορεί να αποτελέσει τη διαφορά που θα κάνει μια ομάδα να σου δώσει μια ευκαιρία.

 

Πρέπει λοιπόν οι οδηγοί της Moto3 να διπλασιάσουν τις προσπάθειές τους για να βελτιώσουν την φυσική τους κατάσταση; Ζυγίζοντας τα δεδομένα η απάντηση πρέπει να είναι ναι. Παρά το γεγονός ότι το απευθείας μετρήσιμο όφελος μπορεί να είναι περιορισμένο, θα αφαιρέσει μία μεταβλητή από μια ήδη εξαιρετικά πολύπλοκη εξίσωση. Και αυτό θα μπορούσε να είναι ένα από τα μεγαλύτερα οφέλη. Χωρίς να έχουν ανασφάλεια για την φυσική τους κατάσταση, οι οδηγοί μπορούν να αντιμετωπίσουν τον αγώνα με μια παραπάνω αυτοπεποίθηση. Ενώ η καλή φυσική κατάσταση μπορεί να αξίζει μόνο ένα ή δύο δευτερόλεπτα συνολικά στον αγώνα, η επιπλέον αυτοπεποίθηση μπορεί να μεταφραστεί σε πολλά δέκατα σε κάθε γύρο. Οι αγώνες μοτοσυκλέτας μπορεί να είναι ένα πολύ απαιτητικό σε φυσική κατάσταση άθλημα αλλά σε ανώτατο επίπεδο, το 90% της διαφοράς οφείλεται στη νοητική κατάσταση ενός αθλητή, στο μυαλό του. Στους αγώνες το μυαλό είναι πιο σημαντικό από την καρδιά.

 

ένα άρθρο του David Emmett που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Asphalt and Rubberwww.asphaltandrubber.com

 

*Τα λεπτομερή στοιχεία της μελέτης πάνω στα οποία στηρίχτηκαν τα συμπεράσματα του άρθρου μπορεί κάποιος να τα βρει στη διεύθυνση: www.asphaltandrubber.com/motogp/by-the-numbers-physical-fitness-moto3/

 

Μετάφραση από το πρωτότυπο: Gilu

Απάντηση