Μπορεί η Yamaha να μην έχει κερδίσει τόσους αγώνες όσους η Honda αλλά η εταιρεία από την πόλη Hamamatsu είναι αδιαμφισβήτητα η κυριάρχη δύναμη των αγώνων.
Η εταιρεία διεκδίκησε το πρώτο της Grand Prix τον Μάιο του 1961 και από τότε πρωταγωνιστεί στα GP είτε με εργοστασιακές μοτοσυκλέτες είτε με ιδιωτικές, σε αντίθεση με τις άλλες μεγάλες μάρκες στο GP, Honda και Suzuki.
Τα τελευταία 60 χρόνια η Yamaha έχει χρίσει μερικούς από τους μεγαλύτερους παγκόσμιους πρωταθλητές, μεταξύ των οποίων οι Phil Read, Jarno Saarinen, Giacomo Agostini, ο “Βασιλιάς” Kenny Roberts, Eddie Lawson, Wayne Rainey, Valentino Rossi και Jorge Lorenzo.
Αργό ξεκίνημα και εργοστασιακοί κατάσκοποι
Η Yamaha ξεκίνησε φτιάχνοντας μουσικά όργανα -εξ ου και το σήμα της- στα τέλη του 19ου αιώνα και επεκτάθηκε στην κατασκευή μοτοσυκλετών γύρω στο 1950. Η πρώτη τους μοτοσυκλέτα GP δεν ήταν καν Yamaha. Η RA41 κατασκευάστηκε από τον αντίπαλο κατασκευαστή μοτοσυκλετών Showa, που εξαγοράστηκε από την Yamaha το 1960. Οι μηχανικοί της Yamaha άρχισαν αμέσως να μετατρέπουν το δίχρονο μονοθέσιο 125cc σε μια μοτοσυκλέτα που θα μπορούσε να διεκδικήσει διακρίσεις σε GP.
Αλλά απέτυχαν. Η RA41 νικήθηκε από τα τετράχρονα της Honda και τα δίχρονα MZ όταν η Yamaha έκανε το ντεμπούτο της στο GP στο Clermont-Ferrand της Γαλλίας, τον Μάιο του 1961. Το ίδιο έγινε και με την RD48 των 250 cc.
Οι τετράχρονες μοτοσυκλέτες ήταν ακόμα κυρίαρχες στα GP της εποχής εκείνης αλλά αυτό σύντομα άλλαξε χάρη στην τεχνογνωσία της MZ στους δίχρονους κινητήρες, την οποία έκλεψε η Suzuki το 1961. Ένα χρόνο μετά, η Yamaha ξεκίνησε και αυτή να χρησιμοποιεί την ίδια τεχνολογία. Πώς έγινε αυτό; Κανείς δεν ξέρει σίγουρα αλλά γνωρίζουμε ότι οι περισσότερες ιαπωνικές μάρκες είχαν κατασκόπους στα αντίπαλα εργοστάσια.
Το αποτέλεσμα ήταν μία αύξηση ισχύος σχεδόν 30% εν μία νυκτί. Όταν οι οδηγοί και οι μηχανικοί της Yamaha κατέφθασαν στην Ευρώπη για το GP του 1963, ήταν άμεσα ανταγωνιστικοί, ο σταρ Fumio Ito οδήγησε την RD48 κερδίζοντας μία θέση στο βάθρο στο Isle of Man και 4 εβδομάδες αργότερα ήρθε η πρώτη νίκη στο Spa-Francorchamps. Στο τέλος του χρόνου η εταιρεία έκλεισε το πρώτο αστέρι από το εξωτερικό, τον Phil Read και νίκησε τον κύριο αντίπαλό της, την Honda, στον παγκόσμιο τίτλο του 1964. Η Yamaha ήταν πια παρούσα στο παγκόσμιο πρωτάθλημα. Και δεν σταμάτησε ποτέ να είναι.
Δίχρονοι κινητήρες εναντίον τετράχρονων
Η δεκαετία του 1960 γρήγορα εξελίχθηκε σε μια υπέροχη εποχή αγώνων μεταξύ των μηχανικών καθώς οι δίχρονες Yamaha και η Suzuki αγωνίζονταν για να ξεπεράσουν τις τετράχρονες Honda. Έξι δεκαετίες αργότερα, τα τρία μεγαλύτερα ιαπωνικά εργοστάσια βρίσκονται ακόμη στο MotoGP.
Το 1965, η Honda δημιούργησε την πεντακύλινδρη 125άρα και την εξακύλινδρη 250άρα, οπότε η Yamaha αντεπιτέθηκε με δύο από τις πιο άγριες δύο δίχρονες μοτοσυκλέτες.
Αυτές οι μικρογραφίες θαύματα ήταν η τετρακύλινδρη RA31 125cc και η τετρακύλινδρη RD05 250cc.
Και οι δύο ήταν δύσκολες στην ακραία οδήγηση. Οι κινητήρες δεν έπρεπε να δουλεύουν ούτε στο έπακρο ούτε αδύναμα.
Ο ροκ σταρ της μοτοσυκλέτας Bill Ivy κατάφερε να νικήσει την πεντακύλινδρη Honda και να κερδίσει τον τίτλο στα 125cc, το 1967, αλλά το 1968, αφού η Honda είχε αποσυρθεί από τα GP, κέρδισε το πρωτάθλημα και στα 250cc.
Τα χρόνια της κυριαρχίας
Στο τέλος αυτής της σεζόν, η Yamaha απέσυρε την εργοστασιακή συμμετοχή στα GP, αλλά από πολλές απόψεις αυτή ήταν η αρχή της ένδοξης εποχής της εταιρείας στους αγώνες. Το 1973, η Yamaha ξεκίνησε να πουλάει τα υδρόψυκτα TZ250 και TZ350, τα οποία κυριαρχούσαν από τα grand prix μέχρι τις εθνικές εκδηλώσεις και τις συναντήσεις συλλόγων, για μια δεκαετία και περισσότερο.
Το 1973, σχεδόν όλοι στο παγκόσμιο πρωτάθλημα των 250cc οδηγούσαν TZ250. Δέκα χρόνια μετά οι μοτοσυκλέτες αυτές εξακολουθούσαν να αντιπροσωπεύουν πάνω από τις μισές στα GP των 250cc. H Yamaha πούλησε χιλιάδες τέτοιες μοτοσυκλέτες, οι οποίες ήταν ουσιαστικά το προσχέδιο των θρυλικών RD250LC και RD350LC.
Φυσικά, τα πράγματα ήταν διαφορετικά στην κλάση των 500, όπου η συμμετοχή των εργοστασίων ήταν ζωτικής σημασίας. Το 1973 η Yamaha κυκλοφόρησε την πρώτη πρωτότυπη τετρακύλινδρη δίχρονη 500, την 0W19. Δύο χρόνια αργότερα, ο Agostini ανέβασε με αυτήν την μοτοσυκλέτα την Yamaha στην πρώτη θέση της κορυφαίας κατηγορίας.
Ο “βασιλιάς” Kenny Rogers
Η Yamaha ήταν πλέον ο μεγαλύτερος δίχρονος κατασκευαστής και θα παραμείνει έτσι κατά την δεκαετία του 1990. Πράγματι, αυτή ήταν η χρυσή εποχή της Yamaha ως κορυφαίας δύναμης στο GP. Μεταξύ 1975 και 1993 κέρδισαν 17 παγκόσμιους τίτλους αναβατών και κατασκευαστών, ενώ η Honda και η Suzuki σε συνδυασμό κέρδισαν 20.
Το καλύτερο από όλα, ο “βασιλιάς” Kenny Roberts κέρδισε τους τίτλους 1978, 1979 και 1980 με υδρόψυκτους κινητήρες, αλλά οι νίκες του σταμάτησαν όταν άρχισαν να πειραματίζονται με κινητήρες V4. Το 1984 άρχισαν να κερδίζουν ξανά, αυτή τη φορά με τον Lawson.
Η Yamaha κέρδισε το τελευταίο πρωτάθλημα στα 500cc το 1992, όταν ο Rainey έκανε τρεις θεαματικές νίκες στη σειρά. Δυστυχώς μετά από ένα ατύχημα που έληξε την καριέρα του Rainey, αυτό δεν μπόρεσε να συνεχιστεί.
Η αυγή του MotoGP
Το 2002 η MotoGP εγκαινίασε τετράχρονες μοτοσυκλέτες 990cc για να αντικαταστήσει τις δίχρονες των 500cc. Εκείνη τη χρονιά και οι δύο γενιές μοτοσυκλετών της κορυφαίας κατηγορίας αγωνίστηκαν μαζί. Φυσικά στις τετρακύλινδρες είχαν δοθεί επιπλέον 490cc για να εξασφαλίσουν την επιτυχία τους. Το αποτέλεσμα ήταν εμφατικό: Οι τετράχρονες νίκησαν και στους 16 αγώνες. Μέχρι τον πρώτο αγώνα του 2003 οι 500 είχαν εξαφανιστεί και για λίγο φάνηκε ότι θα τις ακολουθούσε και η Υamaha καθώς η πρώτη τετράχρονη GP του εργοστασίου ήταν μία ολοκληρωτική καταστροφή. Οι μηχανικοί είχαν υποτιμήσει το τι χρειαζόταν για να κερδίσουν έναν τετράχρονο αγώνα MotoGP. Η Μ1 ήταν πιο γρήγορη από την YZR500 αλλά σε σύγκριση με την πεντακύλινδρη RC211V της Honda ήταν ένα γέρικο σκυλί. Τις πρώτες δύο σεζόν η M1 κέρδισε 2 αγώνες ενώ η RC211V κέρδισε 29… Υπήρχαν φήμες ότι η εταιρεία θα αποσυρόταν προκειμένου να αποφύγουν τα χειρότερα. Δύο άντρες έσωσαν την κατάσταση. Ο νέος αρχηγός των αγώνων, Masao Furusawa και ο οδηγός που υπέγραψε για την σεζόν του 2004.
Ο Valentino Rossi μπαίνει στους αγώνες
Ακόμα και ο Valentino Rossi παραδέχτηκε πως η κίνηση αυτή δεν είχε λογική. Το 2003 η Μ1 είχε κερδίσει μία θέση στο βάθρο.
Κανένας οδηγός δεν ήθελε να κλείσει συμβόλαιο μαζί τους. Ο Rossi όμως δέχτηκε την πρόκληση. Ήταν σαν να έριξε νεραϊδόσκονη στην Μ1. Μαζί με τον αρχηγό της ομάδας, τον Jeremy Burgess, μετέτρεψαν την Μ1 σε νικήτρια. Η ρεαλιστική τους προσέγγιση δεν μεταμόρφωσε απλά την μοτοσυκλέτα αλλά άλλαξε και τον τρόπο που η Yamaha αντιμετώπισε τους αγώνες, εμπλουτίζοντας την επιστήμη με ρεαλισμό.
Στο τέλος της αγωνιστικής σεζόν, εξασφάλισε τον τίτλο του πρωταθλητή. Από το πουθενά η Yamaha έγινε κυρίαρχη δύναμη του MotoGP. Ακολούθησαν δύο ακόμη τίτλοι το 2008 και το 2009, παρά τις φοβερές προσπάθειες της Ducati και της Honda. Δεν υπήρχε καμία αμφιβολία ότι η M1 ήταν η καλύτερη μοτοσυκλέτα στο grid, γρήγορη, φιλική στον αναβάτη και με πολύ καλά ηλεκτρονικά.
Νέο αίμα
Ωστόσο, στην Yamaha πίστευαν ότι το τέλος της καριέρας του Rossi ήταν κοντά και υπέγραψαν με τον παγκόσμιο πρωταθλητή στα 250cc Jorge Lorenzo για το 2010. Ο Rossi τότε πήγε στην Ducati.
Αυτό δεν άλλαξε την θέση της Yamaha τουλάχιστον προσωρινά. Ο Lorenzo κέρδισε με την Μ1 το παγκόσμιο πρωτάθλημα του 2010, 2012 και 2015 και ίσως κέρδιζε και άλλα αν δεν υπήρχαν οι πολύ σημαντικές αλλαγές στους τεχνικούς κανονισμούς. Από το 2016 που το MotoGP πέρασε στα ελαστικά της Michelin και υιοθέτησε το λογισμικό Magneti Marelli, η Yamaha δεν έχει κερδίσει πρωτάθλημα παρόλο που έχει κάνει σημαντική βελτίωση με τον Fabio Quartararo.
Η Yamaha στα Superbikes και EWC
Η πρώτη τετράχρονη αγωνιστική μοτοσυκλέτα της Yamaha ονομάστηκε, δικαιολογημένα, Genesis. Η FZR750 Genesis χρησιμοποίησε έναν κινητήρα FZ750 και θα είχε κερδίσει τον πρώτο της αγώνα – Suzuka Eight Hours,του 1985- αλλά μια πτώση βαλβίδας στα τελευταία λεπτά ανέκοψε την νικητήρια πορεία. Έμαθαν γρήγορα από αυτό. Δύο χρόνια αργότερα η Yamaha κέρδισε τον αγώνα των οκτώ ωρών, την πρώτη μεγάλη τετράχρονη νίκη τους.
Ωστόσο, στο πρώτο πρωτάθλημα World Superbikes το 1988, η Yamaha δεν ήταν έτοιμη. Με αντίπαλες την RC30 της Honda και την 851 V-twin της Ducati, οι οδηγοί της Yamaha οδηγούσαν την FZ750. Περίμεναν πέντε χρόνια για την άφιξη της YZF750, η οποία και πάλι δεν ήταν αρκετά δυνατή.
Το 1999 έφτασε η R7. Την επόμενη χρονιά ο Noriyuki Haga και η R7 ήταν αρκετά γρήγοροι για να κερδίσουν το πρωτάθλημα, αλλά ο Σουλτάνος του Γλιστρήματος βγήκε θετικός σε ένα τεστ ντόπινγκ και κατέληξε δεύτερος.
Πέρασε μία δεκαετία μέχρι να κατακτήσει το WSB, κυρίως χάρη στην τεχνογνωσία που είχαν αποκτήσει από τις νίκες του Rossi στο MotoGP. Η τελευταία YZF-R1 χρωστούσε πολλά στην YZR-M1 και αρκούσε για να οδηγήσει τον Ben Spies στον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή το 2009. Χρειάστηκαν μόλις 22 χρόνια για να φτάσει η Yamaha εκεί!
Άλλες επιτυχίες της Yamaha στο WSB ήταν ο τερματισμός στη δεύτερη θέση του Marco Melandri το 2011 και δύο τρίτες θέσεις των Michael van der Mark και Alex Lowes, το 2018 και το 2019.
Η Yamaha κέρδισε το πρώτο τετράχρονο παγκόσμιο πρωτάθλημα το 2004 όταν ο David Checa και ο William Costes κέδισαν τον αγώνα αντοχής με μία R1.
Πηγή: www.motorcyclenews.com