Mike Hailwood – Valentino Rossi. Ποιος είναι “ο οδηγός όλων των εποχών”; 

Ο Valentino Rossi και ο Mike Hailwood είναι οι δύο οδηγοί στους οποίους αποδίδεται πιο συχνά ο χαρακτηρισμός “ο μεγαλύτερος όλων των εποχών”. Έχουν περάσει σαράντα χρόνια μετά τον τραγικό θάνατο του Mike the Bike και 60 χρόνια μετά τον πρώτο παγκόσμιο τίτλο του. Οι φίλοι του, οι αντίπαλοί του και οι συναθλητές του μιλούν για το τι είναι αυτό που τον έκανε τόσο σημαντικό οδηγό. 

Το απόγευμα της 17ης Σεπτεμβρίου του 1961, ο Mike Hailwood κατέκτησε τον πρώτο του παγκόσμιο τίτλο με την Honda RC162 στο σουηδικό Grand Prix των 250 κ.εκ.. Μόλις τρεις μήνες πριν, ο 21χρονος είχε κερδίσει το πρώτο του Isle of Man TT με ένα RC144 125 κυβικών. Το καλοκαίρι εκείνο μπήκαν τα θεμέλια για το χτίσιμο του θρύλου του. Ο Mike the Bike θα κέρδιζε άλλα εννέα παγκόσμια πρωταθλήματα. Έξι δεκαετίες αργότερα ο Hailwood χαρακτηρίζεται από πολλούς ως ο μεγαλύτερος οδηγός όλων των εποχών. Ο Valentino Rossi είναι ο άλλος διεκδικητής του τίτλου αυτού. 

Τι έκανε τον Hailwood τόσο υπέροχο;

Ο Hailwood ήταν ένα ταλέντο, από αυτά που εμφανίζονται μία στο δισεκατομμύριο, που είχε την ενστικτώδη ικανότητα να οδηγεί μοτοσυκλέτα. Η ικανότητά του ήταν εν μέρει εκ γενετής αλλά βελτιώθηκε με την εμπειρία καθώς ξεκίνησε να οδηγεί πολύ νωρίτερα από τους περισσότερους. Χρόνια πριν οι Ιάπωνες ανακαλύψουν τα mini bikes, ο εκατομμυριούχος πατέρας του Hailwood, έδωσε στον επτάχρονο γιο του ένα χειροποίητο minibike για να ακονίσει τις δεξιότητές του. 

Δεν υπήρχε αμφιβολία ότι ο Hailwood είχε προνομιακή ανατροφή τόσο στην ζωή όσο και στην πίστα. “O Mike ερχόταν με ένα φορτηγό που είχε μέσα 6 Nortons, ποιος άλλος το έκανε αυτό;” μου έλεγε πριν από χρόνια ο Jack Ahearn. “Ήταν όμως ένας διαβολεμένα καλός οδηγός. Τον πατέρα του τον αντιπαθούσα πολύ. Ο ‘Stan το Πορτοφόλι’ ήταν ένας κακομοίρης γέρος μπάσταρδος.”  

Ο Hailwood μπορεί να ήταν ένα κακομαθημένο παιδί λόγω του πατέρα του αλλά ήταν ένας μεγαλοφυής οδηγός. “Ο Mike ήταν τρομερά γρήγορος στις στροφές και άνοιγε πολύ νωρίς το γκάζι” μου έλεγε ο Ralph Bryans, ο συναθλητής του Hailwood στην Honda το 1967, ο οποίος πέθανε το 2014. “Οι γραμμές του ήταν πολύ καλές, αν μπορούσε να αφήσει αποτύπωμα στην πίστα θα έβλεπες ότι σε κάθε γύρο περνούσε από το ίδιο σημείο. Ήξερες ότι αν ήταν πίσω σου θα σε περνούσε, δεν υπήρχε άλλος δρόμος”. Ο Bryans θυμόταν τις προπονήσεις που πήγαιναν μαζί στην Imatra το 1967. “Την πρώτη φορά που τον είδα να περνά από μία τριπλή στροφή στο βάθος της πίστας, έσβησα την μοτοσυκλέτα μου και τον κοιτούσα πιστεύοντας ότι θα γίνει κάποιο ατύχημα έτσι όπως οδηγούσε. Όταν τελείωσε, του είπα “έλεος Mike ήσουν τόσο στο όριο!”. ‘Το ξέρω μου απάντησε, στην αρχή τρόμαξα κι εγώ αλλά μετά συνειδητοποίησα ότι μπορώ να το κάνω’. Ο Mike συνήθως είχε ένα στυλ οδήγησης πολύ ομαλό.”

Hailwood, Agostini, Read και Ivy

“Το στυλ οδήγησής του ήταν πολύ ομαλό και ήταν τόσο ωραίο να τον βλέπεις”, έλεγε ο Peter Williams, τον οποίο κάποια στιγμή ο Hailwood τον ζήτησε στην ομάδα. “Είχε μία οικονομία στην κίνηση, δούλευε τόσο όσο. Πιστέυω ότι ο Rossi είναι παρόμοιος οδηγός, είναι πολύ ήρεμος και στυλάτος. Ο Mike ήταν τρομερός οδηγός και απίστευτα γενναίος άνθρωπος. Δεν ήταν τυχαίο ότι ήταν ένας από τους λίγους που έλαβε το Μετάλλιο George (GM).

O Hailwood έλαβε αυτό το σπάνιο βραβείο όταν, ρισκάροντας την ζωή του, έβγαλε έξω από το αυτοκίνητο τον Clay Regazzoni, στον αγώνα Formula 1 του 1973 στην Ν. Αφρική. Ο Hailwood συμμετείχε δύο φορές στην F1 τερματίζοντας δεύτερος στο Ιταλικό GP του 1972.  

Ίσως, εξίσου εντυπωσιακό με την ταχύτητα, το στυλ και την γενναιότητα ήταν και το ταλέντο του Hailwood να ρουφάει το μαξιμουμ από οποιαδήποτε μοτοσυκλέτα οδηγούσε, ένα εξαιρετικά χρήσιμο ταλέντο σε μία εποχή που οι μοτοσυκλέτες κάθε άλλο παρά τέλειες ήταν . 

“Οι περισσότεροι οδηγοί θέλουν την μοτοσυκλέτα να είναι απόλυτα σωστή πριν δώσουν τον καλύτερο εαυτό τους, ο Mike δεν φαινόταν να νοιάζεται πολύ γι’ αυτό. Είχε ένα απίστευτο ταλέντο να οδηγεί τα πάντα!” μου έλεγε ο Bryans. 

Ο Williams δεν ξεπέρασε ποτέ το γεγονός ότι ο Hailwood πήρε την νίκη στο Senior TT του 1967 με μία Honda RC181 που είχε ελαττωματικό γκάζι. 

“Αυτόματα έβρισκε λύσεις για κάθε μειονέκτημα της μοτοσυκλέτας”, έλεγε ο Williams. 

Και όλα αυτά παρά την γνωστή του έλλειψη τεχνογνωσίας.”Οι γνώσεις του στα μηχανικά ήταν μηδέν”, έλεγε ο Bryans, “δεν είχε την παραμικρή ιδέα. Ήμουν εκεί όταν καβάλησε πρώτη φορά την μοτοσυκλέτα του στην Suzuka. Όταν επέστρεψε και οι μηχανικοί τον ρώτησαν πώς του φάνηκε, είπε ‘Χάλια!’ και τίποτα παραπάνω. Ήταν τυχερός που τότε δεν υπήρχε ιδιαίτερη προετοιμασία, υπήρχε μόνο μία επιλογή ελαστικών και η ανάρτηση έτσι όπως ρυθμιζόταν, έτσι και παρέμενε μέχρι το τέλος της σεζόν.”

Δέκα χρόνια πριν, ρώτησα τον Giacomo Agostini, τον μεγαλύτερο αντίπαλο του Hailwood, να μου πει πώς ήταν. 

“Ο Mike ήταν σαν τον Casey Stoner σήμερα,” μου απάντησε. “Εάν η μοτοσυκλέτα ήταν καλή ή κακή, γι’ αυτόν ήταν το ίδιο πράγμα. Θυμάμαι το ’65 που οδηγούσαμε και οι δυο MV 500. Οδήγησα για λίγο την δική του και ήταν χάλια. Τότε δοκίμασε αυτός την δική μου και μου είπε: ‘Πω πω Ago είναι φανταστική!’. Ήταν δύο ίδιες μοτοσυκλέτες με διαφορετικές ρυθμίσεις. Γι αυτόν όμως οι χρόνοι ήταν ίδιοι και με τις δύο!”

Ο Ago διασκέδαζε πολύ τις αναμετρήσεις του με τον Hailwood γιατί τον εμπιστευόταν. “Ο Mike ήταν πάρα, πάρα πολύ γρήγορος και πάρα πολύ τίμιος. Ήθελε να κερδίζει με την αξία του, όχι με “άλλα πράγματα”. Ήταν ωραίο να οδηγείς πολύ κοντά του στην πίστα. Η οδήγηση πολύ κοντά στον αντίπαλο είναι πολύ επικίνδυνη, αλλά όχι στην περίπτωση του Mike.” 

Στην πραγματικότητα, ο Hailwood χρησιμοποιούσε και “άλλα πράγματα” συμπεριλαμβανομένου του ψυχολογικού πολέμου. Ο Pat Slinn θυμάται: “Ήμασταν στο pit lane με τον μηχανικό της Yamaha, Nobby Clark, και ο Mike είχε κάνει μερικούς πολύ γρήγορους γύρους οδηγώντας στην πίστα με τον Mick Grant. Ο Mick του είπε, ‘σε αυτό το σημείο κόντεψα να σε περάσω” και ΄σε αυτό το σημείο σκέφτηκα ότι μπορώ να σε περάσω αλλά είπα καλύτερα όχι” και τότε ο Mike γύρισε στον μηχανικό και του είπε, καλά που το θυμήθηκα, τσέκαρε λίγο την μηχανή, νομίζω ότι πάει αργά”. 

Ο Slinn είπε ότι δεν είχε την παραμικρή αμφιβολία ότι ο Hailwood θα κέρδιζε τον αγώνα ΤΤ του ’78. “Δεν νομίζω ότι θα έπαιρνε μέρος αν δεν ήταν απόλυτα σίγουρος ότι θα κέρδιζε. Δεν ήταν ο άνθρωπος που ικανοποιείται με την δεύτερη ή τρίτη θέση.

Μετά τις πρώτες δοκιμές με την Ducati, ήρθε, έδωσε την μοτοσυκλέτα στον Franco Farni, τον μηχανικό της Ducati και βγάζοντας το κράνος του ειπε: ‘Δεν έχω ξεχάσει τίποτα!’ Όταν έσπασε το ρεκόρ γύρου στα δοκιμαστικά της Πέμπτης, ο Farni νόμιζε ότι είχε χαλάσει το χρονόμετρό του, δεν μπορούσε να το πιστέψει. 

Ο Ago πιστεύει ότι ο Hailwood ήταν καλύτερος από τον Rossi. 

“O Valentino είναι πολύ γρήγορος, αλλά ο Mike έχει κάτι που ο Valentino δεν το έχει. Την ίδια μέρα αγωνίζεται με 125 και κερδίζει, με 250 και κερδίζει, με 350 και κερδίζει και με 500 και κερδίζει! Δεν το κάνουν αυτό πολλοί. Γιατί ήταν τόσο καλός; Δεν το γνωρίζω, πιστεύω ότι το ταλέντο είναι κάτι που μας δίνουν οι μανάδες μας ή ο Θεός, και το βλέπεις σε ανθρώπους όπως ο Cassius Clay, ο Eddie Merckx και ο Bobby Charlton.”

Ένα πράγμα που όλοι φαίνεται να συμφωνούν είναι ότι ο Hailwood ήταν ένας καλός άνθρωπος. “Ήταν τόσο ευγενικός” έλεγε ο Slinn. “Ζητούσε πράγματα και έλεγε ευχαριστώ και παρακαλώ. Ήταν ένας καλός άνθρωπος! ”

Ένας καλός άνθρωπος αλλά με το ένστικτο του δολοφόνου στους αγώνες. “Ο Mike έπαιρνε τους αγώνες, πολύ, πολύ σοβαρά”, λέει ο Bryans και θυμάται ένα περιστατικό από το GP Ανατολικής Γερμανίας το 1966, όπου οι Hailwood/Agostini μάχονταν για τον τίτλο. “Η μοτοσυκλέτα του Mike είχε χαλάσει και ο Ago προηγούταν όταν, ξαφνικά στον τελευταίο γύρο, έπεσε. Ο Mike ήταν στο τροχόσπιτό του με πολλά “κέφια” όταν μπήκα και του είπα, ‘Mike, o Ago έπεσε!’ Και τι απάντησε ο Mike; ‘ΤΕΛΕΙΑ’. Ούτε ρώτησε αν είναι καλά ούτε τίποτα.”

Ο Hailwood ήταν ένας playboy. Σύμφωνα με τον Bryans, το αδύναμο σημείο του ήταν οι γυναίκες και το ποτό. Ο Bryans θυμάται ένα ξεκαρδιστικό περιστατικό το 1966 μετά το απότομο τέλος της καριέρας του Jim Redman στο Spa-Francorchamps. 

“Μετά τον αγώνα εγώ και ο Mike μπηκαμε στην Ferrari του για να επισκεφθούμε τον Jim. To νοσοκομείο ήταν ένας παλιός πύργος και οι νοσοκόμες ήταν καλόγριες. Ο Μike πλησίασε μία νοσοκόμα και της είπε ‘συγγνώμη μήπως μπορείτε να μου κανετε μία ένεση στρεπτομυκίνης;’ ‘Γιατί;’ τον ρώτησε η καλόγρια; ‘Γιατί είμαι αλλεργικός στην πενικιλλίνη’ της είπε. ‘Ναι αλλά γιατί το χρειάζεστε;’ τον ρώτησε και τότε αυτός της είπε ‘γιατί έχω αφροδίσια νοσήματα’. Ο Mike ήξερε να διασκεδάζει…”

Ο Hailwood σκοτώθηκε στις 23 Μαρτίου του 1981 σε ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Ήταν μαζί με τα παιδιά του. Η κόρη του σκοτώθηκε ακαριαία ενώ ο ίδιος άφησε την τελευταία του πνοή μετά από δύο μέρες. Τάφηκαν μαζί στο Warwickshire. Το φέρετρο μετέφεραν, μεταξύ άλλων, οι John Surtees, Luigi Taveri, James Hunt, Geoff Duke και ο Agostini.

Ένα άρθρο του Mat Oxley που δημοσιεύτηκε στο motorsportmagazine.com 

Απάντηση