ΠΟΛΕΜΟΣ! Πού πήγαν όλες εκείνες οι θρυλικές μάχες του MotoGP;

Το απόγευμα της 17ης Ιουνίου του 2001, οι Valentino Rossi και Max Biaggi, αφού τερμάτισαν πρώτος και δεύτερος αντίστοιχα στον αγώνα της Καταλονίας, κετευθύνονταν στο βάθρο. Καθώς ανέβαιναν την στενή σκάλα που οδηγούσε στο βάθρο της απονομής, οι δύο οδηγοί, γεμάτοι αδρεναλίνη και αμοιβαίο μίσος, άρχισαν να ρίχνουν μπουνιές ο ένας στον άλλον. Ο manager της ομάδας του Rossi, προσπαθώντας να τους χωρίσει δέχτηκε ένα χτύπημα στο κεφάλι από τον Biaggi. Μισή ώρα αργότερα, κατά τη διάρκεια της προγραμματισμένης συνέντευξης Τύπου, ένας δημοσιογράφος ρώτησε τον Biaggi “Τι είναι αυτό το σημάδι στο πρόσωπό σου;” “Τσίμπημα κουνουπιού” απάντησε ο Biaggi. 

Ήταν σαν να είμαστε στο σχολείο” μου είπε ο Rossi αργότερα εκείνη τη χρονιά. “Αυτός το ξεκίνησε. Όχι, αυτός το ξεκίνησε!” “Ο Biaggi είπε ότι εγώ ξεκίνησα τον καυγά αλλά πρέπει να δούμε και τι είχε προηγηθεί! Ξεκίνησα τον αγώνα τελευταίος και τερμάτισα πρώτος, έκανα τον ταχύτερο γύρο, κέρδισα μια φανταστική νίκη, γιατί να θέλω να προκαλέσω όλο αυτό το χάλι;” αναρωτήθηκε ο Rossi. 

O Biaggi μου είπε ότι ο Rossi τον χτύπησε, αφού κάποιος του κρατούσε τα χέρια πίσω από την πλάτη του. “Δεν ήταν ωραίο, ήταν άδικο αυτό” μου είπε. 

Δίκαιο ή άδικο, αυτός ο τρομερός ανταγωνισμός ήταν αυτός που τροφοδότησε το φαινόμενο Rossi και έστρεψε πολλούς ανθρώπους στο MotoGP. Και ο εννέα φορές πρωταθλητής δεν σταμάτησε εκεί. Ο Sete Gibernau, ο Casey Stoner, ο Jorge Lorenzo και ο Marc Márquez έγιναν όλοι ορκισμένοι εχθροί του αλλά και κομμάτι της ιστορίας του παγκόσμιου πρωταθλητή. 

Έντεκα χρόνια πριν τον καυγά των Biaggi-Rossi, στο πρωτάθλημα του 1990 στο Philip Island εκτυλισσόταν μία μονομαχία μεταξύ του Ιταλού έφηβου τότε Loris Capirossi και του Ολλανδού βετεράνου Hans Spaan. 

Δεν ήταν βέβαια μία καθαρή μονομαχία καθώς ο Capirossi είχε στο πλευρό του τους Gresini Romboni και Casanova, που έκαναν τα πάντα για να καταστρέψουν τον Spaan και να βεβαιωθούν ότι δεν θα κερδίσει εκείνον τον τίτλο. Τελικά ο Spaan επιτέθηκε στον Gresini χτυπώντας τον στο κράνος.

Αν συνεχίσουν να οδηγούν με αυτόν τον τρόπο, την άλλη φορά θα έχω όπλο μαζί μου” είπε ο εξαγριωμένος Spaan στο Motocourse αφού έχασε για ελάχιστους βαθμούς τον τίτλο. “Δεν ήμασταν ένας εναντίον ενός, ήμουν εγώ εναντίον μίας ποδοσφαιρικής ομάδας“.

Η στιγμή της έκρηξης του Spaan μεταδόθηκε σε παγκόσμια εμβέλεια και ο κόσμος ακόμα και σήμερα μιλά γι΄αυτό το επεισόδιο. Έχετε ακούσει να μιλούν για το αυστραλιανό πρωτάθλημα 125 ή το GP του 1989 ή του 1991; Όχι βέβαια. 

Spaan και Gresini

Επτά χρόνια πριν, ο Freddie Spencer και ο “βασιλιάς” Kenny Roberts έδωσαν αναμφισβήτητα την μεγαλύτερη μάχη για τον τίτλο της κατηγορίας όλων των εποχών. Η μάχη ουσιαστικά κρίθηκε στο Anderstorp της Σουηδίας, όπου ο Spencer φρέναρε απότομα και έκλεισε τον Roberts στην τελευταία στροφή.  

Ο Roberts μετά τον αγώνα είχε λυσσάξει. “Με έβγαλε εκτός πίστας χωρίς να συνειδητοποιεί τι θα μπορούσε να έχει συμβεί” είπε στο Motocourse. Σαράντα χρόνια μετά, ο Roberts ακόμα δεν θέλει να μιλάει γι’ αυτό. 

Σίγουρα αυτή η αντιπαλότητα έκανε τους οπαδούς να φανατιστούν ακόμα περισσότερο. 

Μετά το Anderstorp, η αντιπαλότητα εξελίχθηκε σε πόλεμο“, θυμάται ο μηχανικός του Spencer, Nick Davis. “Στον τελευταίο αγώνα, στην Imola, ο Freddie δεχόταν απειλές για τη ζωή του, μόνο και μόνο επειδή ο Kenny ήταν τόσο δημοφιλής“.  Αυτές οι απειλές είχαν γραφτεί σε κάρτες που τις είχαν πετάξει στο γκαράζ της Honda. “Δεν ήμασταν σίγουροι ότι όλα αυτά ήταν πραγματικά” λέει ο Davis, “αλλά, για κάθε ενδεχόμενο, κρατούσαμε τον Freddie όσο πιο μακριά γίνεται“. 

Το 1968 τα πράγματα έγιναν ακόμα πιο άσχημα μεταξύ του Phil Read και του Bill Ivy. Και οι δύο ήταν οδηγοί της εργοστασιακής Yamaha. Η Yamaha αποφάσισε τότε ότι ο Read θα κέρδιζε τον τίτλο στα 125 και ο Ivy στα 250. 

Read και Ivy στο Assen το 1968

Όλα πήγαιναν σύμφωνα με το σχέδιο μέχρι το GP στο Brno. O Read κέρδισε τον τίτλο στα 125 και μετά έριξε την βόμβα ότι θα έτρεχε και στα 250 όπου και κέρδισε τον αγώνα με τον Ivy να τερματίζει δεύτερος. Ο Ivy, στο τέλος της σεζόν στη Monza έκανε μία απέλπιδα προσπάθεια να κερδίσει τον τίτλο υποβάλλοντας ένσταση για τις πινακίδες του Read αλλά δεν λειτούργησε. 

Η συγκεκριμένη αντιπαλότητα έληξε τραγικά. Μετά την Monza ο Ivy παράτησε τις μοτοσυκλέτες και ασχολήθηκε με τους αγώνες αυτοκινήτου. Πήρε την pole position στον πρώτο του αγώνα Formula2 μπροστά από τον τρεις φορές πρωταθλητή Jackie Stewart. Όμως ο Ivy χρειαζόταν χρήματα για να στηρίξει την καριέρα του στους αγώνες αυτοκινήτου και αποδέχτηκε την πρόταση από την τσέχικη Jawa να οδηγήσει το γρήγορο αλλά εύθραυστο δίχρονο V4, 350 κυβικών. Ο Ivy σκοτώθηκε τον Ιούλιο του 1969 στο Sachsenring κατά τη διάρκεια δοκιμών. 

Οι μεγάλες αντιπαλότητες καθορίζουν το άθλημα, αυτή είναι όλη η ιδέα του αθλητισμού, έτσι δεν είναι; 

Πάντα είναι μία μάχη είτε αυτή συμβαίνει στην πίστα, είτε σε γήπεδο ποδοσφαίρου είτε σε γήπεδο τέννις. 

Τι απέγιναν οι μεγάλες αντιπαλότητες στο MotoGP; Οι οδηγοί είναι πιο κοντά ο ένας στον άλλον παρά ποτέ, κι αυτό πιστεύεις ότι θα δημιουργούσε τον απόλυτο ανταγωνισμό αλλά στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν πραγματικές κόντρες που θα μαγνήτιζαν τους οπαδούς του αθλήματος. 

Για ποιο λόγο;

Πολλοί πιστεύουν ότι οι σημερινοί οδηγοί είναι πολύ “καλά παιδιά” δασκαλεμένοι από τους ανθρώπους των δημοσίων σχέσεων να μην κάνουν ή να μην πουν τίποτα “λάθος”. Υπάρχει κάποια αλήθεια σε αυτό. 

Τα χρόνια του Wayne Rainey, του Kevin Schwantz, του Mick Doohan, του Eddie Lawson, του Wayne Gardner και του John Kocinski, κάθε σαββατοκύριακο η ατμόσφαιρα είχε αυτή τη ματσίλα. 

Ο Rainey και Schwantz αλληλομισιούνταν, ο Gardner και ο Doohan αλληλομισιούνταν και όλοι μαζί μισούσαν τον Kocinski ενώ ο Lawson ήταν μονίμως θυμωμένος με κάποιον ή κάτι. Οι θεατές διάλεγαν τους ήρωες και τους αντιήρωές τους ανάλογα. 

Doohan, Schwantz, Kocinski και Rainey in 1991 – “τα γέρικα σκυλιά”, σύμφωνα με τον Rossi

Έτσι ήταν τα γέρικα σκυλιά“, λέει ο Rossi. “Τότε ήταν περισσότερο πόλεμος παρά αγώνας. Συνήθως στο grid υπήρχαν ένα ή δύο καθάρματα. Όχι ότι σήμερα όλοι οι οδηγοί είναι καλοί. Είναι ωραίο να έχεις κανα δυο κακά παιδιά-ηλίθιους που συμπεριφέρονται σαν κακομαθημένοι και λένε μαλακίες. Όμως τώρα δεν υπάρχει ούτε ένας οδηγός που να φαίνεται μαλάκας, τουλάχιστον σε μένα. Είναι όλοι φιλικοί, χαρούμενοι να συνομιλούν με απλούς θνητούς όπως οι δημοσιογράφοι και όχι με σκλάβους της ματσίλας τους. Μέχρι να ανέβουν στην μοτοσυκλέτα, φυσικά“. 

Και μετά είναι και το άλλο. Πριν λίγο καιρό ο Rossi είπε ότι το τίμημα του να ανοίξεις το στόμα σου στις μέρες μας είναι πολύ υψηλό. “Άρα μείνε ήσυχος“, είπε.

Ένας οδηγός σήμερα μπορεί εύκολα να δημιουργήσει μία καταιγίδα στο internet, με χιλιάδες οπαδούς να εκτοξεύουν ύβρεις σε άλλους αναβάτες και σε όποιον άλλον βρεθεί ανάμεσα στα διασταυρούμενα πυρά. Ποιος θέλει να βρεθεί στο κέντρο του κυκλώνα; Ο σάλος που κατέκλυσε το MotoGP στα τέλη του 2015 ήταν τόσο τοξικός που κατέπληξε ολόκληρο το paddock. Και αυτά τα πράγματα είναι άσχημα ειδικά επειδή αποσπουν την προσοχή και την ενέργεια των οδηγών. Ας μην ξεχνάμε ότι οι κορυφαίοι οδηγοί είναι μονίμως απασχολημένοι και σε τρομερή πίεση. 

Οι ηλιόλουστες μέρες έξω από το αυτοκινούμενο συναντώντας άλλους οδηγούς και περνώντας ανέμελα, έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Όταν φτάνεις στο σπίτι μετά από έναν αγώνα, είσαι κατεστραμμένος“, μου είπε πέρσι ο Aleix Espargaro. 

Οι οδηγοί πρέπει να είναι 100% συγκεντρωμένοι στο στόχο τους, δεν χωρά καμία σπατάλη ψυχικής και συναισθηματικής ενέργειας σε λογομαχίες. 

Οι περισσότεροι αναβάτες συνεργάζονται με αθλητικούς ψυχίατρους ελπίζοντας κερδίσουν το 1% παράνω σε απόδοση. Οι ψυχίατροι πάντα συμβουλεύουν τους οδηγούς να σκέφτονται θετικά, να μην αφήνουν ποτέ την αρνητικότητα να μπει μέσα τους. Έτσι οι αναβάτες απλά συνεχίζουν να χαμογελούν, κρατώντας την επιθετικότητα για την πίστα, διακριτικά αν μπορούν, όχι τόσο διακριτικά αν δεν μπορούν. 

Τέλος η σημερινή έλλειψη μεγάλων αντιπαλοτήτων είναι επίσης αποτέλεσμα μιας γενικότερης προσπάθειας εξίσωσης κινητήρων έτσι ώστε κανείς να μην μπορεί να έχει μεγάλο τεχνικό πλεονέκτημα και ο αγώνας να γίνεται πιο συναρπαστικός. Υπέροχη ιδέα αλλά μπορεί να έχει ανεπιθύμητες συνέπειες. 

Βαλένθια, πέρσι. Όλοι οι οδηγοί μαζί.

Το 2020 είχαμε εννέα διαφορετικούς νικητές και οι δύο τελευταίες σεζόν είχαν επτά νικητές η καθεμία. Το 2001 υπήρχαν τέσσερις νικητές και το 1983 μόλις 2!. Οι αντιπαλότητες έχουν διαλυθεί από το πλήθος των οδηγών που αγωνίζονται για την πρώτη θέση. 

Οι οπαδοί θέλουν μονομαχίες, θέλουν δύο ή τρεις οδηγούς να τσακώνονται“, λέει ο Luca Marini, ετεροθαλής αδελφός του Rossi. 

Στο παρελθόν το άθλημά μας αγαπήθηκε τόσο πολύ λόγω των μονομαχιών μεταξύ Vale και Biaggi, Vale και Gibernau, Vale και Lorenzo, Vale και Marc. Tο πρόβλημα τώρα είναι ότι υπάρχουν 11 αναβάτες που αγωνίζονται για τη νίκη, οπότε η αντιπαλότητά μας μοιράζεται μεταξύ δέκα ή περισσότερων αναβατών. Εάν παλεύετε μόνο με δύο ή τρεις αναβάτες, ο ανταγωνισμός σας επικεντρώνεται μόνο σε αυτούς τους τύπους, οπότε η αντιπαλότητα θα είναι μεγαλύτερη 

To ίδιο ισχύει και για τους οπαδούς. Όταν υπάρχουν δύο ή τρεις οδηγοί που παλεύουν για ένα πρωτάθλημα, αυτοί τσακώνονται μεταξύ τους και έτσι είναι εύκολο για  τους οπαδούς να πάρουν το μέρος κάποιου. Όταν υπάρχουν πολλοί περισσότεροι οδηγοί, δεν είναι τόσο εύκολο να βρεις κάποιον να αγαπάς και κάποιον να μισείς.

Απάντηση